Γράφει ο Καθηγητής Δρ. Ανδρέας Παπαθεοδώρου, Πανεπιστήμιο Αιγαίου – Πρόεδρος Ελληνικής Αεροπορικής Ένωσης
Αερομεταφορές και τουρισμός είναι έννοιες άμεσα συνδεδεμένες. Σύμφωνα με στοιχεία του Air Transport Action Group (ATAG) το 58% των διεθνών τουριστών μετακινήθηκαν αεροπορικώς το 2018 – μια σημαντική αύξηση σε σχέση με το αντίστοιχο ποσοστό του 35% το 1980. Επιπλέον, το 2018 οι αερομεταφορές δημιούργησαν άμεση τουριστική απασχόληση της τάξης των 19,6 εκατομμυρίων θέσης εργασίας ενώ λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις πολλαπλασιαστικές επιδράσεις, η συνολική δημιουργία θέσεων ανέρχεται σε 44,8 εκατομμύρια.
Όπως βέβαια όλοι γνωρίζουμε το 2020 αποτέλεσε annus horribilis τόσο για τις αερομεταφορές όσο και για τον τουρισμό. Σύμφωνα με στοιχεία της ΙΑΤΑ η ζήτηση για αερομεταφορές το 2020 ήταν κατά 61% μειωμένη σε σχέση με το 2019 οδηγώντας τους αερομεταφορείς σε απώλειες της τάξης των 118 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Επιπλέον, και σύμφωνα με στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού (UNWTO) οι διεθνείς τουριστικές αφίξεις μειώθηκαν κατά περίπου 1 δις το 2020 σε σχέση με το 2019 οδηγώντας σε μείωση της διεθνούς τουριστικής προσόδου κατά 1,1 τρισεκατομμύρια δολάρια και θέτοντας σε κίνδυνο 100 με 120 εκατομμύρια θέσεις εργασίας.
Μέσα σε αυτή την κατάσταση, η Ελλάδα βρίσκεται αναμφίβολα σε δύσκολη θέση. Η επιτυχής διαχείριση του πρώτου κύματος της πανδημίας την περίοδο Μαρτίου – Μαΐου 2020, επέτρεψε στη χώρα να ισχυροποιήσει το όνομα της και τη θέση της ως ασφαλούς τουριστικού προορισμού ανοίγοντας τα σύνορα για το διεθνή τουρισμό πέρσι το καλοκαίρι. Παρά ταύτα, η διεθνής τουριστική κίνηση στη χώρα για το 2020 αναμένεται να έχει σημειώσει μείωση της τάξης του 70% τόσο σε όρους αφίξεων όσο και σε επίπεδο τουριστικής προσόδου οδηγώντας σε σημαντική οικονομική ύφεση της τάξης του 10%. Ως αποτέλεσμα της ύφεσης αυτής το συνολικό δημόσιο χρέος της Ελλάδας αναμένεται να φτάσει το 205% του Ακαθάριστου Εγχωρίου Προϊόντος το 2020 ξεπερνώντας το 200% για πρώτη φορά στα χρονικά. Και σε αντίθεση με την Ιαπωνία που το χρέος της ξεπερνά το 250% του ΑΕΠ στην περίπτωση της Ελλάδας θα πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν μας ότι το χρέος οφείλεται κατά βάση σε θεσμικούς επενδυτές εκτός χώρας και είναι αποτιμημένο σε ένα νόμισμα του οποίου την κυκλοφορία επηρεάζουμε σε ένα μικρό βαθμό μόνον.
Τα εξαιρετικά χαμηλά επιτόκια διεθνώς και το γεγονός ότι η πανδημία του COVID-19 έχει πλήξει το σύνολο των χωρών παγκοσμίως καθιστά προς το παρόν τη διαχείριση του δημόσιου χρέους βιώσιμη – αυτό άλλωστε αποτυπώνεται και από τα πολύ χαμηλά spreads των ελληνικών ομολόγων. Είναι λοιπόν πολύ σημαντικό να εκμεταλλευτούμε αυτή την ευκαιρία που έχει γεννηθεί κατά τη διάρκεια μιας πρωτοφανούς κρίσης για να δημιουργήσουμε τις βάσεις που θα προσελκύσουν ξένες επενδύσεις και θα επιτρέψουν τη συντομότερη επιστροφή της οικονομίας στη νέα κανονικότητα. Σε αυτό το περιβάλλον, ο τουρισμός καλείται και πάλι να παίξει έναν πολύ σημαντικό ρόλο, όπου όμως προτεραιότητα θα δίνεται στην αύξηση της κατά κεφαλήν τουριστικής δαπάνης και στην υιοθέτηση πολιτικών βιώσιμης τουριστικής ανάπτυξης έχοντας ως σημείο αναφοράς τους στόχους που έχουν τεθεί από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών (UN SDGs). Στο πλαίσιο αυτό απαιτείται αγαστή συνεργασία μεταξύ όλων των εμπλεκομένων μερών στο οικοσύστημα των αερομεταφορών και του τουρισμού και ιδιαίτερα των αεροπορικών εταιρειών, των αερολιμένων και των οργανισμών ανάπτυξης, διαχείρισης και προώθησης προορισμών (DDMMOs).
Ας ελπίσουμε ότι το 2021 θα τεθούν οι υγειονομικές βάσεις για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του COVID-19 μέσα από τους εμβολιασμούς και την ανάπτυξη θεραπειών ούτως ώστε να γίνει αντίστοιχα και μια νέα αρχή στη σχέση αερομεταφορών και τουρισμού τόσο στην Ελλάδα όσο και σε διεθνές επίπεδο.
aviationlife.gr
photo by entertv